Από την εφημερίδα "ΣΗΜΕΡΑ" του Σαββάτου, 10 Νοεμβρίου 2012, σελίδα 7 :
Η πολιτική της επόμενης μέρας
Μόνο ως «επόμενη μέρα» με την έννοια της διαμόρφωσης μιας νέας πραγματικότητας μπορεί να χαρακτηριστεί το ξημέρωμα μετά τη θυελλώδη συνεδρίαση της Βουλής και την θετική ψήφο που πήρε το πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών.
Όχι επειδή θα περιμένουμε εντυπωσιακά πράγματα ή ότι θα διορθωθούν οι παθογένειες που δημιουργήθηκαν μετά από μια μακρά περίοδο σχετικής ευημερίας στον τόπο. Γιατί αυτό είναι ένα γεγονός αν θέλαμε να κάνουμε μια οικονομική ενδοσκόπηση. Η χώρα για μια μακρά περίοδο, «ανέβαζε» συνεχώς βιοτικό επίπεδο, χωρίς στην ουσία αυτό να αντανακλάται σε υποδομές, ποιότητα υπηρεσιών, βάσεις μακράς πνοής που θα μπορούσαν να αντέξουν απέναντι σε μια αδυσώπητη παγκόσμια οικονομική κρίση.
Είναι πια πανθομολογούμενο ότι η Ελλάδα, όπως και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν αντέδρασε νωρίς απέναντι στις αδυναμίες της που μας έφεραν εδώ. Στο πέρασμα του χρόνου υπήρξαν φωνές που έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου, υπήρξαν πολιτικοί ή ακόμα και πολιτικές δυνάμεις που προσπάθησαν να φρενάρουν τα πράγματα, αλλά όλοι αυτοί είτε αντιμετωπίστηκαν ως «γραφικοί», με πλείστες περιπτώσεις εντός όλων των κομμάτων, είτε, ως οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις, συνάντησαν απέναντί τους κάθε λογής συντεχνιακή αντίδραση που δεν μετατράπηκε σχεδόν ποτέ σε έναν υγιή και δημιουργικό διάλογο.
Η συζήτηση που έγινε στη Βουλή την τελευταία ημέρα, σχετικά με το πολυνομοσχέδιο, εν πολλοίς απεικόνισε όλους τους «παραλογισμούς» και τις αδυναμίες της πολιτικής κατάστασης των τελευταίων ετών. Και τους απεικόνισε με τρόπο εκκωφαντικό για όποιον πολίτη την παρακολούθησε με ηρεμία.
Μια κυβέρνηση, αποτελούμενη για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονικά (εξαιρείται η περίοδος της Οικουμενικής) από τρία κόμματα, προσπαθούσε να επιχειρηματολογήσει – με την ακαμψία που επιβάλει το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι – απέναντι σε φωνές και κραυγές που εξέφρασαν, στην πιο κρίσιμη καμπή, μέχρι την επόμενη, ό,τι πιο ακραίο, λαϊκίστικο ή ακόμα και ανεδαφικό μπορούσαν. Τη στιγμή που τα νοικοκυριά ανησυχούν για την ίδια τους την ύπαρξη, το Κοινοβούλιο σείστηκε από τακτικισμούς, κραυγές και μια άνευ προηγουμένου ισοπέδωση του περιβάλλοντος στο οποίο και το ίδιο δραστηριοποιείται.
Αυτό θα είχε μια λογική, αν πράγματι απέναντι έστεκε μια ολοκληρωμένη πρόταση ευθύνης και ρεαλισμού και ίσως θα είχε και θετικό απόηχο για τον δημόσιο διάλογο, αν απέναντι εμφανιζόταν μια συγκροτημένη και συνεκτική θεωρία αντιμετώπισης της κατάστασης, που θα μπορούσε να μετατραπεί σε πλειοψηφικό ρεύμα, όχι επειδή θα ήταν αρεστή σε όλους μας προσωρινά, αλλά επειδή θα περιείχε ένα ελάχιστο υπόβαθρο για την όποια επόμενη ημέρα.
Και εδώ είναι το σημείο – κλειδί. Αυτό που όλοι μας αποκαλούμε «επόμενη μέρα», από καμία πλευρά δεν είναι διαυγώς διακριτό. Κανείς δεν μπορεί να την προσδιορίσει, κανείς δεν μπορεί να την περιγράψει, ούτε καν να την εκτιμήσει. Η φράση «αχαρτογράφητα νερά» δεν είναι μια απλώς αφαιρετική περιγραφή, είναι ίσως η φράση που περιγράφει την αγωνία του ίδιου του πολιτικού συστήματος (όποια μορφή και αν έχει αυτό), την αγωνία των πολιτών, την αγωνία μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Αυτή η ιστορία, μπορεί στο επιστημονικό επίπεδο να αποτελεί μια ελκυστική άσκηση επί χάρτου και ενδιαφέρουσα μελέτη για ανάπτυξη θεωριών, μοντέλων και προτάσεων, στην πολιτική όμως έχει την υφή του άλυτου γρίφου, γιατί πρώτον περιλαμβάνει εκατοντάδες παραμέτρους, σταθερές και μη, και δεύτερον περιέχει ένα βασικό, θεμελιώδες, δομικό ζητούμενο που είναι η ίδια η κοινωνία.
Κανείς πολιτικός σχηματισμός, άσχετα με τις λεκτικές «φωτοβολίδες» που εκτοξεύονται, δεν έχει δείξει την πραγματική διάθεση να αναλάβει την ευθύνη για μια λύση εκτός των διαπραγματευτικών ορίων με τις ευρωπαϊκές επικρατούσες λογικές, και κυρίως κανείς δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί στοιχειώδεις συνθήκες για τους πολίτες σε περίπτωση που κάτι τέτοιο δεν φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Εδώ που βρισκόμαστε πλέον, δεν υπάρχει το περιθώριο λάθους και αυτό το γνωρίζουν όλοι.
Από την άλλη πλευρά, ο παράλληλος διάλογος που αναπτύσσεται σε πολιτικό επίπεδο, εμπεριέχει ατέρμονες πολιτικές ζυμώσεις και διαδικασίες για υποτιθέμενα σενάρια νέων σχηματισμών, πολιτικών διεργασιών που επιζητούν τη συγκρότηση μιας «άλλης» πολιτικής σύνθεσης.
Όμως, αυτός ο διάλογος γίνεται χωρίς πλάνο, χωρίς ιδεολογικό πλαίσιο και κυρίως γίνεται την ώρα που οι γενικότερες καταστάσεις αλλάζουν από τη μια μέρα στην άλλη, από τη μια συνεδρίαση των ευρωπαϊκών θεσμών, στην επόμενη. Πρόκειται ουσιαστικά για μια συζήτηση που ανοίγει με λάθος δεδομένα και εκ των πραγμάτων οδηγεί σε παροδικά συμπεράσματα.
Είναι βέβαιο ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί, και συμβαίνει ήδη, όμως δεν μπορεί να αποτελεί το εσωτερικό μας κοινωνικοπολιτικό πείραμα. Δεν μπορεί να προκύψει, δηλαδή, ως αποτέλεσμα μιας διαδρομής μέσα στην άβυσσο, την αβεβαιότητα και τα «αχαρτογράφητα νερά». Κυρίως γιατί αυτή τη στιγμή η ίδια η κοινωνία δεν έχει την «πολυτέλεια» να λάβει μέρος σε έναν τέτοιο διάλογο.
Κατά την άποψή μου, αυτό το θέμα, η συμμετοχή της κοινωνίας στην πολιτική αυτή ζύμωση, πρέπει να αποτελεί τον μέγιστο εθνικό στόχο, όταν όμως ομαλοποιηθεί η οικονομία και εξασφαλιστούν οι συνθήκες ώστε ο διάλογος αυτός να γίνει με ηρεμία και με το χρόνο που απαιτείται.
Αν λοιπόν, συνεχιστεί σε αυτή τη φάση, μια τέτοια ατέρμονη συζήτηση, η κοινωνία θα είναι και πάλι απούσα, όπως εν πολλοίς συνέβαινε και τα προηγούμενα χρόνια, καθώς όλοι μας, ακόμα και όσοι δραστηριοποιούμαστε στα κόμματα ή γενικώς στην πολιτική, εντοπίζαμε ελλείμματα διαλόγου, ανάλυσης προτάσεων, συνεργασίας.
Όσοι λοιπόν οραματίζονται μια επόμενη μέρα, με απλή ανακατανομή, ρόλων, γραφείων, καρεκλών και ισορροπιών εκτός κοινωνικού ιστού, πολύ σύντομα θα βρεθούν στο ίδιο αποτέλεσμα γιατί τώρα πια ο πολιτικός χρόνος είναι αδυσώπητα συμπιεσμένος. Δεν είμαι σίγουρος αν με το πολυνομοσχέδιο η χώρα κέρδισε οριστικά τον ορίζοντα στο μέλλον, φαίνεται όμως να συνεχίζει να βρίσκεται εντός παιχνιδιού μέσα στο ευρωπαϊκό περιβάλλον. Αυτό για την ώρα είναι το μόνο κέρδος, με σίγουρα πολύ μεγάλο κόστος.
Δείτε το απόκομμα της εφημερίδας στο scribd, εδώ.
Βασίλειος Μπαλάφας
vasileios[at]balafas.gr
vbalafas.blogspot.gr
Η πολιτική της επόμενης μέρας
Μόνο ως «επόμενη μέρα» με την έννοια της διαμόρφωσης μιας νέας πραγματικότητας μπορεί να χαρακτηριστεί το ξημέρωμα μετά τη θυελλώδη συνεδρίαση της Βουλής και την θετική ψήφο που πήρε το πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών.
Όχι επειδή θα περιμένουμε εντυπωσιακά πράγματα ή ότι θα διορθωθούν οι παθογένειες που δημιουργήθηκαν μετά από μια μακρά περίοδο σχετικής ευημερίας στον τόπο. Γιατί αυτό είναι ένα γεγονός αν θέλαμε να κάνουμε μια οικονομική ενδοσκόπηση. Η χώρα για μια μακρά περίοδο, «ανέβαζε» συνεχώς βιοτικό επίπεδο, χωρίς στην ουσία αυτό να αντανακλάται σε υποδομές, ποιότητα υπηρεσιών, βάσεις μακράς πνοής που θα μπορούσαν να αντέξουν απέναντι σε μια αδυσώπητη παγκόσμια οικονομική κρίση.
Είναι πια πανθομολογούμενο ότι η Ελλάδα, όπως και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν αντέδρασε νωρίς απέναντι στις αδυναμίες της που μας έφεραν εδώ. Στο πέρασμα του χρόνου υπήρξαν φωνές που έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου, υπήρξαν πολιτικοί ή ακόμα και πολιτικές δυνάμεις που προσπάθησαν να φρενάρουν τα πράγματα, αλλά όλοι αυτοί είτε αντιμετωπίστηκαν ως «γραφικοί», με πλείστες περιπτώσεις εντός όλων των κομμάτων, είτε, ως οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις, συνάντησαν απέναντί τους κάθε λογής συντεχνιακή αντίδραση που δεν μετατράπηκε σχεδόν ποτέ σε έναν υγιή και δημιουργικό διάλογο.
Η συζήτηση που έγινε στη Βουλή την τελευταία ημέρα, σχετικά με το πολυνομοσχέδιο, εν πολλοίς απεικόνισε όλους τους «παραλογισμούς» και τις αδυναμίες της πολιτικής κατάστασης των τελευταίων ετών. Και τους απεικόνισε με τρόπο εκκωφαντικό για όποιον πολίτη την παρακολούθησε με ηρεμία.
Μια κυβέρνηση, αποτελούμενη για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονικά (εξαιρείται η περίοδος της Οικουμενικής) από τρία κόμματα, προσπαθούσε να επιχειρηματολογήσει – με την ακαμψία που επιβάλει το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι – απέναντι σε φωνές και κραυγές που εξέφρασαν, στην πιο κρίσιμη καμπή, μέχρι την επόμενη, ό,τι πιο ακραίο, λαϊκίστικο ή ακόμα και ανεδαφικό μπορούσαν. Τη στιγμή που τα νοικοκυριά ανησυχούν για την ίδια τους την ύπαρξη, το Κοινοβούλιο σείστηκε από τακτικισμούς, κραυγές και μια άνευ προηγουμένου ισοπέδωση του περιβάλλοντος στο οποίο και το ίδιο δραστηριοποιείται.
Αυτό θα είχε μια λογική, αν πράγματι απέναντι έστεκε μια ολοκληρωμένη πρόταση ευθύνης και ρεαλισμού και ίσως θα είχε και θετικό απόηχο για τον δημόσιο διάλογο, αν απέναντι εμφανιζόταν μια συγκροτημένη και συνεκτική θεωρία αντιμετώπισης της κατάστασης, που θα μπορούσε να μετατραπεί σε πλειοψηφικό ρεύμα, όχι επειδή θα ήταν αρεστή σε όλους μας προσωρινά, αλλά επειδή θα περιείχε ένα ελάχιστο υπόβαθρο για την όποια επόμενη ημέρα.
Και εδώ είναι το σημείο – κλειδί. Αυτό που όλοι μας αποκαλούμε «επόμενη μέρα», από καμία πλευρά δεν είναι διαυγώς διακριτό. Κανείς δεν μπορεί να την προσδιορίσει, κανείς δεν μπορεί να την περιγράψει, ούτε καν να την εκτιμήσει. Η φράση «αχαρτογράφητα νερά» δεν είναι μια απλώς αφαιρετική περιγραφή, είναι ίσως η φράση που περιγράφει την αγωνία του ίδιου του πολιτικού συστήματος (όποια μορφή και αν έχει αυτό), την αγωνία των πολιτών, την αγωνία μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Αυτή η ιστορία, μπορεί στο επιστημονικό επίπεδο να αποτελεί μια ελκυστική άσκηση επί χάρτου και ενδιαφέρουσα μελέτη για ανάπτυξη θεωριών, μοντέλων και προτάσεων, στην πολιτική όμως έχει την υφή του άλυτου γρίφου, γιατί πρώτον περιλαμβάνει εκατοντάδες παραμέτρους, σταθερές και μη, και δεύτερον περιέχει ένα βασικό, θεμελιώδες, δομικό ζητούμενο που είναι η ίδια η κοινωνία.
Κανείς πολιτικός σχηματισμός, άσχετα με τις λεκτικές «φωτοβολίδες» που εκτοξεύονται, δεν έχει δείξει την πραγματική διάθεση να αναλάβει την ευθύνη για μια λύση εκτός των διαπραγματευτικών ορίων με τις ευρωπαϊκές επικρατούσες λογικές, και κυρίως κανείς δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί στοιχειώδεις συνθήκες για τους πολίτες σε περίπτωση που κάτι τέτοιο δεν φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Εδώ που βρισκόμαστε πλέον, δεν υπάρχει το περιθώριο λάθους και αυτό το γνωρίζουν όλοι.
Από την άλλη πλευρά, ο παράλληλος διάλογος που αναπτύσσεται σε πολιτικό επίπεδο, εμπεριέχει ατέρμονες πολιτικές ζυμώσεις και διαδικασίες για υποτιθέμενα σενάρια νέων σχηματισμών, πολιτικών διεργασιών που επιζητούν τη συγκρότηση μιας «άλλης» πολιτικής σύνθεσης.
Όμως, αυτός ο διάλογος γίνεται χωρίς πλάνο, χωρίς ιδεολογικό πλαίσιο και κυρίως γίνεται την ώρα που οι γενικότερες καταστάσεις αλλάζουν από τη μια μέρα στην άλλη, από τη μια συνεδρίαση των ευρωπαϊκών θεσμών, στην επόμενη. Πρόκειται ουσιαστικά για μια συζήτηση που ανοίγει με λάθος δεδομένα και εκ των πραγμάτων οδηγεί σε παροδικά συμπεράσματα.
Είναι βέβαιο ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί, και συμβαίνει ήδη, όμως δεν μπορεί να αποτελεί το εσωτερικό μας κοινωνικοπολιτικό πείραμα. Δεν μπορεί να προκύψει, δηλαδή, ως αποτέλεσμα μιας διαδρομής μέσα στην άβυσσο, την αβεβαιότητα και τα «αχαρτογράφητα νερά». Κυρίως γιατί αυτή τη στιγμή η ίδια η κοινωνία δεν έχει την «πολυτέλεια» να λάβει μέρος σε έναν τέτοιο διάλογο.
Κατά την άποψή μου, αυτό το θέμα, η συμμετοχή της κοινωνίας στην πολιτική αυτή ζύμωση, πρέπει να αποτελεί τον μέγιστο εθνικό στόχο, όταν όμως ομαλοποιηθεί η οικονομία και εξασφαλιστούν οι συνθήκες ώστε ο διάλογος αυτός να γίνει με ηρεμία και με το χρόνο που απαιτείται.
Αν λοιπόν, συνεχιστεί σε αυτή τη φάση, μια τέτοια ατέρμονη συζήτηση, η κοινωνία θα είναι και πάλι απούσα, όπως εν πολλοίς συνέβαινε και τα προηγούμενα χρόνια, καθώς όλοι μας, ακόμα και όσοι δραστηριοποιούμαστε στα κόμματα ή γενικώς στην πολιτική, εντοπίζαμε ελλείμματα διαλόγου, ανάλυσης προτάσεων, συνεργασίας.
Όσοι λοιπόν οραματίζονται μια επόμενη μέρα, με απλή ανακατανομή, ρόλων, γραφείων, καρεκλών και ισορροπιών εκτός κοινωνικού ιστού, πολύ σύντομα θα βρεθούν στο ίδιο αποτέλεσμα γιατί τώρα πια ο πολιτικός χρόνος είναι αδυσώπητα συμπιεσμένος. Δεν είμαι σίγουρος αν με το πολυνομοσχέδιο η χώρα κέρδισε οριστικά τον ορίζοντα στο μέλλον, φαίνεται όμως να συνεχίζει να βρίσκεται εντός παιχνιδιού μέσα στο ευρωπαϊκό περιβάλλον. Αυτό για την ώρα είναι το μόνο κέρδος, με σίγουρα πολύ μεγάλο κόστος.
Δείτε το απόκομμα της εφημερίδας στο scribd, εδώ.
Βασίλειος Μπαλάφας
vasileios[at]balafas.gr
vbalafas.blogspot.gr