0

30/4/12 - Οι «τιμωροί» της κάλπης

Από την εφημερίδα "ΣΗΜΕΡΑ" του Σαββάτου, 28 Απριλίου 2012, σελίδα 7 :

Οι «τιμωροί» της κάλπης

Αν κάτι πολύ σημαντικό έχει αναπτυχθεί σε αυτή την προεκλογική περίοδο, που θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ως διαφορετικό από όσα έχουμε ζήσει τα προηγούμενα χρόνια, αυτό είναι ο διάλογος που λαμβάνει χώρα στα διαδικτυακά μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κατά κύριο λόγο τα χρησιμοποιούν νέοι άνθρωποι και παρότι έχουν κατηγορηθεί για πολλά, αν χρησιμοποιούνται ορθά, προάγουν τη δημοκρατία και τον ουσιαστικό πολιτικό διάλογο. Εννοείται ότι αναφέρομαι στα δίκτυα εκείνα που είναι εύκολο να διαπιστώσεις ότι όντως αυτός με τον οποίο συζητάς είναι εκείνος που λέει και όχι κάποιο troll ή κάποιος που δεν μπορεί να συσχετιστεί με ένα πραγματικό πρόσωπο. Δεν με ενοχλεί καθόλου η ψευδωνυμία, αλλά κάποια κοινωνικά δίκτυα όπως το Facebook έχουν καταφέρει να επιτύχουν υψηλό βαθμό σύνδεσης χρηστών με πραγματικά πρόσωπα ακόμα και αν έχουν παρατηρηθεί ψεύτικα (fake) προφίλ ή προσπάθειες κάποιος να χρησιμοποιεί τα στοιχεία άλλου για διάφορους λόγους, κυρίως συκοφάντησης και εξευτελισμού.

Πριν συνεχίσω θα ήθελα να αναφέρω δύο σημαντικά, κατά τη γνώμη μου, στοιχεία σε σχέση με το Facebook.

Πρώτον, οι περισσότεροι χρήστες απορρίπτουν τα fake προφίλ γιατί δεν έχει νόημα να συζητάς σε ένα τέτοιο μέσο με «φαντάσματα». Μπορείς να το κάνεις αλλού. Για να μπορείς να συζητάς, δεν έχει επίσης νόημα να το κάνεις ευκαιριακά. Οι χρήστες αντιλαμβάνονται αμέσως αν κάποιος ανοίγει ένα προφίλ μόνο και μόνο για να διαφημίσει τον εαυτό του για διάφορους λόγους σε συγκεκριμένες περιόδους και μετά κάνει 4-5 μήνες να επαναδραστηριοποιηθεί και να κάνει μια ανάρτηση στο τόσο, ή το ανάποδο. Γι’ αυτό και τα «προεκλογικά» προφίλ δεν έχουν υψηλό βαθμό διείσδυσης όταν χρησιμοποιούνται απλώς ευκαιριακά και με μοναδικό σκοπό το να δημιουργήσουν «βιτρίνα». Για τους σκοπούς αυτούς υπάρχουν τα group και τα pages, αλλά αυτό είναι ένα θέμα που θα το αναλύσουμε μετά τις εκλογές.

Δεύτερον, στις συζητήσεις στο Facebook, υπάρχει μια άτυπη «συμφωνία» των χρηστών να τοποθετούνται και στη συνέχεια να περιμένουν την απάντηση του συνομιλητή ή των συνομιλητών τους σε ένα διάλογο που γίνεται ζωντανά και δημόσια – αν θέλουν – και μπορεί να διαρκέσει και μέρες καθώς οι απαντήσεις μπορούν να δίνονται και σε διαφορετικούς χρόνους και όχι υποχρεωτικά σε συγκεκριμένη χρονική αλληλουχία. Δεν μπορείς να διακόψεις τον συνομιλητή σου, τα γραπτά μένουν, και το κυριότερο δεν μπορείς εύκολα να γενικολογείς αφού πρέπει γραπτώς, με λίγες λέξεις, να αποτυπώσεις τη σκέψη σου. Αυτό είναι ίσως και το πιο σημαντικό στοιχείο. Το ότι δηλαδή ο διάλογος γίνεται γραπτώς, γεγονός που προάγει και το επίπεδο και τη δυνατότητα να γίνεται «δομημένος» διάλογος. Υπάρχει δε και η δυνατότητα με την παράθεση ενός link (συνδέσμου) να επικαλεστείς στοιχεία που σε μια κουβέντα εκτός διαδικτύου δεν θα μπορούσες να μεταφέρεις πάντα μαζί σου ή να έχεις τόσο άμεση διαθεσιμότητα πηγών και αναφορών. Σκεφτείτε πόσο πολύ λείπουν τέτοια στοιχεία από τηλεοπτικές συζητήσεις που συνήθως ο καθένας λέει ό,τι θέλει, διακόπτει, φωνάζει και ενδεχομένως σε επόμενη εκπομπή να πει τελείως διαφορετικά πράγματα.

Με όλα αυτά, σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζω ότι αυτός ο διαδικτυακός διάλογος μπορεί να υποκαταστήσει τη ζωντανή εικόνα και την αμεσότητα της τηλεόρασης, αλλά είναι μια διαδικασία που λειτουργεί παράλληλα και ενέχει πολύ θετικά στοιχεία. Έχω την αίσθηση ότι στο μέλλον τέτοιου είδους διαδικασίες θα παίξουν πολύ πιο σημαντικό και αποφασιστικό ρόλο και εύχομαι να κρατηθούν στο υψηλό επίπεδο που έχουν όταν πρωτοξεκινούν, γιατί και άλλες «ελπίδες» έχουν ξεπηδήσει κατά καιρούς από το διαδίκτυο και στο τέλος έχουν κολλήσει όλες τις «ασθένειες» του υπόλοιπου, γνωστού πια σε όλους μας, «συστήματος».

Συμμετέχοντας και προκαλώντας αρκετές φορές πολιτικές συζητήσεις σε τέτοιου είδους κοινωνικά μέσα δικτύωσης έχω διαπιστώσει ότι υπάρχει στους νέους ανθρώπους ένα σημαντικό ποσοστό που θα μπορούσα να τους χαρακτηρίσω «τιμωρούς της κάλπης». Ο λόγος τους είναι σχεδόν αφοριστικός, προτού καν ακούσουν αντεπιχείρημα, αρνούνται να διαβάσουν τοποθετήσεις, να αναλύσουν προγραμματικές θέσεις, να παρακολουθήσουν ομιλίες ενόψει εκλογών. Έχουν αποφασίσει να κινούνται εκ των προτέρων αρνητικά στο οτιδήποτε έχει σχέση με την πολιτική, διακηρύττουν το «όλοι ίδιοι είναι» και φυσικά αυτό φροντίζουν να το μεταδώσουν ως τάση, ως μόδα, ως εν γένει πολιτική στάση και συμπεριφορά.

Παρατηρώ ότι το ποσοστό αυτό των νέων ανθρώπων έχει διαμορφώσει μια στάση του να «προπαγανδίζουν» το τι δεν πρέπει να κάνει κάποιος, τι δεν πρέπει να ψηφίσει, τι δεν πρέπει να πιστεύει, χωρίς να αντιπαραθέτουν, από την άλλη πλευρά, κάποια θέση, κάποια πρόταση, κάποια επιλογή. Έτσι, είναι εύκολο να τοποθετούνται στο οτιδήποτε με έναν αρνητισμό που πολλές φορές καταλήγει σε ισοπέδωση. Και βέβαια είναι εύκολο να συμμετέχεις σε ένα διάλογο με τέτοιο τρόπο και να λες πράγματα που είναι ευρέως αρεστά και αποδεκτά, αλλά δεν δίνουν περιθώριο και πεδίο διαλόγου, δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμπέρασμα αφού για εκείνους το συμπέρασμα έχει ήδη βγει προ πολλού.

Έχω την αίσθηση ότι φτάσαμε στη Δημοκρατία και την Πολιτεία μας να καταστήσουμε το «απολιτίκ», πολιτική στάση και συμπεριφορά, το «πολιτικοποιήσαμε» και το κάναμε είδος πολιτικής επιλογής τη στιγμή που χρειαζόμαστε όσο ποτέ θέσεις, προτάσεις, συμμετοχή των νέων στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας. Ένα άλλο κομμάτι των νέων ανθρώπων το έχει ρίξει ακόμα και στο χαβαλέ προτείνοντας, στην πιο κρίσιμη καμπή της μεταπολιτευτικής ιστορίας, ψήφο σε ανυπόληπτους σχηματισμούς. Υπάρχουν και εκείνοι που, υπό όρους μόδας, στρέφονται σε κρυπτόμενες από το δημόσιο διάλογο, φιλοναζιστικές προτάσεις που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν μετά βδελυγμίας απορριπτέες από το σύνολο της κοινωνίας και του πολιτικού κόσμου. 

Αυτές οι στάσεις, αν συζητήσει κανείς εκτενώς με όσους τις υποστηρίζουν, προκύπτουν ως επιθυμία «τιμωρίας» προς όσους μας έφτασαν ως εδώ, τιμωρία που αποδίδεται άκριτα, άνισα και άδικα πολλές φορές. Τιμωρία που συχνά βασίζεται στο θυμικό, που συχνά εδράζεται στην ισοπέδωση και που δεν περιέχει διαβαθμίσεις και διακρίσεις ευθυνών. Κυρίως όμως από αυτή την «τιμωρία» λείπουν η μελέτη επί των γεγονότων, η προσωπική έρευνα διαχρονικών θέσεων και νοοτροπιών των διάφορων κομμάτων, η αξιολόγηση επί προσώπων και τελικά – το σημαντικότερο – λείπει η ελάχιστη χαραμάδα ελπίδας για την επιλογή που θα μας οδηγήσει, έστω και σε προεκλογικό προγραμματικό επίπεδο, σε μια πορεία μακριά από το αδιέξοδο.

Έχουν άδικο αυτοί οι νέοι άνθρωποι που υποστηρίζουν όσα έγραψα παραπάνω ; Πιθανώς όχι. Πιθανώς αυτή η στάση να είναι το παράγωγο ενός πολιτικού συστήματος και μιας πολιτικής νοοτροπίας που κυριάρχησε στη χώρα τα 27 από τα τελευταία 35 χρόνια και εν πολλοίς εισχώρησε και στα υπόλοιπα. Είναι ίσως μια μορφή αντίδρασης που πριν μερικά χρόνια δεν είχε πολιτικά χαρακτηριστικά και δεν ήταν ενταγμένη στον ευρύτερο πολιτικό διάλογο. Είναι μια μορφή διαμαρτυρίας και μια στάση απόγνωσης ουσιαστικά νέων ανθρώπων που βλέπουν το μέλλον τους καταδικασμένο στην απαξίωση για τα επόμενα 30 χρόνια.

Δεν μπορούν όμως αυτές οι στάσεις να είναι οι λύσεις και οι προτάσεις ενόψει μιας εκλογικής διαδικασίας τόσο σημαντικής. Δεν μπορούν και δεν πρέπει να αποτελούν το κύριο κριτήριο της απόφασης του τι θα ψηφίσουμε για να μας κυβερνήσει, γιατί φαίνεται ότι έχουμε ξεχάσει ότι γι’ αυτό ψηφίζουμε. Έχω ξαναπεί, αν καθίσουμε σε ένα τραπέζι 10 – 15 άνθρωποι διαφορετικών πολιτικών τάσεων, στη διαπιστωτική πράξη εν πολλοίς, χοντρικά, θα συμφωνήσουμε. Εκεί που θα διαφωνήσουμε, και αυτό είναι θεμιτό, θα είναι στην πρόταση, στην επιλογή, στις πολιτικές. Εκείνοι που σε αυτές τις εκλογές πάνε στις κάλπες ως «τιμωροί», χωρίς να έχουν ακούσει τι προτείνει το κάθε κόμμα, θα πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι τελικά τιμωρούν τους εαυτούς τους, συμπεριλαμβάνουν στην τιμωρία και το δικό τους μέλλον. Δικαιώνουν με αυτό τον τρόπο το «μαζί τα φάγαμε», επικροτούν το «όλοι είναι ίδιοι» και άθελά τους οδηγούν τη χώρα σε νέες αδιέξοδες περιπέτειες. 

Η πατρίδα σήμερα δεν έχει τέτοιες «πολυτέλειες». Δεν μπορεί να έχει τους νέους ανθρώπους σε ρόλο θεατή – κατακριτή των πάντων, που ικανοποιούνται λιθοβολώντας αδιακρίτως προς κάθε κατεύθυνση. Πολλά χρόνια καλώ τους νέους να μπουν στην πολιτική για να αλλάξουν πράγματα. Κανένας δεν μπορεί να αλλάξει μόνος του νοοτροπίες και συμπεριφορές γιατί στο τέλος ή απογοητεύεται οικτρά, ή διαβρώνεται, η καθίσταται σύγχρονος «Δον Κιχώτης» που το «σύστημα» μπορεί εύκολα να τον αποδομήσει και να τον καταστήσει γραφικό.

Δεν θα πω τι να μην κάνετε, ούτε τι να μην ψηφίσετε. Ελπίζω οι νέοι άνθρωποι να αντιληφθούν ότι σε λίγες μέρες παίζεται το μέλλον όλων μας. Να μελετήσουν, να ακούσουν, να ζυγίσουν, να διαβάσουν και μερικά άρθρα παραπάνω και να βάλουν για λίγο στην άκρη τα σατιρικά βίντεο, τις πολιτικές «αγιογραφίες» και τον αφοριστικό λόγο με τα οποία κάποιοι βγάζουν «μεροκαματάκι» την ώρα που η ανεργία στην Ελλάδα έχει ξεπεράσει το 45 % στους νέους.









Δείτε το απόκομμα της εφημερίδας στο scribd, εδώ.







 



Βασίλειος Μπαλάφας

vasileios[at]balafas.gr
vbalafas.blogspot.com

0

25/4/12 - "ΕΚΛΟΓΕΣ 2012" - TV Super 20/4/12

Στην εκπομπή "ΕΚΛΟΓΕΣ 2012" στο TV Super, φιλοξενήθηκε την Παρασκευή 20 Απριλίου 2012, ο Β.Μπαλάφας, μέλος της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ και μέλος της ΝΟ.Δ.Ε. ΝΔ Κορινθίας.

Στην εκπομπή συμμετείχαν και εκπρόσωποι από το ΚΚΕ, τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΔΗΜ.ΑΡ..

Βασικό θέμα της εκπομπής, οι επερχόμενες Εθνικές Εκλογές της 6ης Μαΐου 2012.

Στην εκπομπή παρουσιάστηκε και δημοσκόπηση σχετικά με τον νομό Αρκαδίας.



Δείτε το σχετικό video :



Βασίλειος Μπαλάφας

1

23/4/12 - Ο «Μέσι» του ΠΑΣΟΚ

Από την εφημερίδα "ΣΗΜΕΡΑ" του Σαββάτου, 21 Απριλίου 2012, σελίδα 7 :

Ο «Μέσι» του ΠΑΣΟΚ

Ομολογώ ότι παρότι ήμουν πολύ καλά προετοιμασμένος πριν παρακολουθήσω τη συνέντευξη του νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ, αιφνιδιάστηκα. Περίμενα ότι ο Βενιζέλος σε καθαρά πολιτικό επίπεδο, αφαιρώντας από την προσδοκία την κομματική του ιδιότητα, θα είχε να παρουσιάσει κάτι πολύ καλύτερο. Η ρητορική του δεινότητα είναι γνωστή και τελευταία έκανε πολλές επικλήσεις στον ορθολογισμό. Ανέμενα μια εντυπωσιακή εμφάνιση που θα μπορούσε να προβληματίσει θετικά το εκλογικό σώμα, με δεδομένα τα μεγάλα περιθώρια βελτίωσης που έχει το ΠΑΣΟΚ στα ποσοστά του σε σχέση με εκείνα που έλαβε ακόμα και το 2004.

Άλλωστε αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα των αρχηγών των δύο μεγάλων κομμάτων σε αυτές τις εκλογές. Η πρόκληση του να πείσουν και πάλι τους πολίτες ότι μπορούν, ο καθένας για την παράταξή του, να αποτελέσουν τα ορόσημα δημιουργίας ενός πλειοψηφικού ρεύματος μέσα στην κοινωνία. Και έχουν μεγάλα περιθώρια μέχρι την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών, τόσο μεγάλα που ακόμα και μικρές βελτιώσεις μπορούν να θεωρηθούν εντυπωσιακές. Δεν είναι δηλαδή ότι καλούνται να πάνε από το 40 % στο 42 % για παράδειγμα. Μια καλή εμφάνιση, ειλικρινής, διαυγής, μπορεί να δώσει άμεσα εντυπωσιακό αποτέλεσμα σε σχέση με τα δημοσκοπικά ευρήματα, έστω και αν αυτά είναι πολύ αβέβαια, πολύ ρευστά και με πολύ μειωμένη την αξιοπιστία τους.

Δεν έχει νόημα να αναφέρω με τη σειρά σημεία της συνέντευξης τα οποία μπορούν να ανατραπούν με τα λόγια του ίδιου του Βενιζέλου από παλαιότερες συνεντεύξεις του. Η όλη εικόνα που έδωσε, ενός ανθρώπου σχεδόν νεογέννητου στο πολιτικό προσκήνιο της χώρας, νομίζω ότι αντίκειται ακόμα και σε εκείνα που θα περίμεναν και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του. Η φράση του «είμαι αρχηγός 25 ημερών», απαντώντας σε ερωτήματα που τέθηκαν υπό το πρίσμα ότι το ΠΑΣΟΚ κυβέρνησε τον τόπο 27 από τα 35 τελευταία χρόνια, πιστεύω ότι «πάγωσε» ακόμα και τους πιο καλοπροαίρετους τηλεθεατές.

Αξίζει να θυμίσω το συνοπτικό «παλμαρέ» του Βενιζέλου αυτά τα χρόνια για τα οποία προσπάθησε να μας πείσει ότι σχεδόν δεν υπήρχε στην πολιτική ζωή της Ελλάδας : Υφυπουργός Προεδρίας της Κυβέρνησης και κυβερνητικός εκπρόσωπος (1993-1994), Υπουργός Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και κυβερνητικός εκπρόσωπος (1994-1995), Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών (1995-1996), Υπουργός Δικαιοσύνης (1996), Υπουργός Ανάπτυξης (1999-2000), Υπουργός Πολιτισμού (1996-1999 και 2000-2004), Υπουργός Εθνικής Άμυνας (2009-2011), Υπουργός Οικονομικών (2011-2012), Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης (2011-2012). Αν μου επιτρέπεται να ξεφύγω λίγο από τα τετριμμένα, θα τον χαρακτήριζα ως τον «Μέσι» του ΠΑΣΟΚ με τέτοια «τροπαιοθήκη» !

Συγκράτησα ακόμα δύο κομβικά σημεία. Πρώτον, σε σχέση με την παραγραφή αδικημάτων υπουργών, είπε ότι απαιτείται «ρητή αλλαγή του νόμου», ενός νόμου όμως που συνέταξε και συνέγραψε ο ίδιος. Δεύτερον, κάτι που δεν πρόσεξαν πολλοί ακόμα και από αντίπαλους πολιτικούς χώρους, μίλησε για «διαχείριση του Μνημονίου, βελτίωση και υπέρβαση». Για πρώτη φορά δηλαδή, ο Βενιζέλος αναφέρεται, έστω και αμυδρά, σε επιδίωξη αναδιάρθρωσης και διορθωτικών κινήσεων επί του πλαισίου εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας. Μέχρι τη συνέντευξη αυτή, ακόμα και στην υπόνοια ενός τέτοιου ενδεχομένου ο Βενιζέλος σχεδόν επαναστατούσε και λοιδορούσε όσους υποστήριζαν σθεναρά μια τέτοια άποψη. Τους απαξίωνε με τη γνωστή του ολοκληρωτική ρητορεία και τους καθιστούσε ουτοπικούς, ανεδαφικούς, αιθεροβάμονες. Φαίνεται ότι τώρα προσχωρεί στη θέση αυτή, έστω και πολύ πολύ αργά.

Τέλος, ένα ακόμα στοιχείο που προξένησε «ψύχος» ήταν η συνεχής επανάληψη του «εγώ». Αναλύοντας πολιτικά το φαινόμενο, δεν καταδεικνύει μόνο τη θεμιτή επιθυμία ενός αρχηγού να τονίσει τη δική του εκδοχή, δείχνει και την αγωνιώδη προσπάθεια του Βενιζέλου να διαχωρίσει τον εαυτό του από τους «διπλανούς» του, τους συνοδοιπόρους του επί πάρα πολλά χρόνια. Γιατί τα χρόνια ήταν πάρα πολλά και ας είναι «αρχηγός 25 ημερών» …

Μάλλον απογοήτευσε ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, παρά ανέβασε τον πήχη της πολιτικής συγκριτικής αντιπαράθεσης. Τον περίμενα πολύ πιο δυνατό και ανατρεπτικό έτσι ώστε να γίνει και πιο ποιοτική η υγιής πολιτική αντιδιαστολή. Δεν νομίζω ότι δικαιολόγησε το τόσο πλούσιο «παλμαρέ» του. 


Η αποκαθήλωση Τσοχατζόπουλου

Ένα από τα πράγματα που σιχαίνομαι όχι μόνο στην πολιτική, αλλά και στη ζωή γενικότερα, είναι το να βλέπω να «χτυπούν» έναν άνθρωπο την ώρα που είναι αδύναμος, ειδικά εκείνοι που μέχρι χτες τον αποθέωναν και έτρεχαν πίσω του σαν αλαλάζουσες θαυμάστριες τραγουδιστή προκειμένου να τους σφίξει το χέρι ή να τους ρίξει μια ματιά.

Μια χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι εκείνη του Άκη Τσοχατζόπουλου. Με την εξέλιξη που έχουν οι δικαστικές έρευνες, διάφοροι βγήκαν από σκοτεινά και υγρά τούνελ του μυαλού τους και ξαφνικά είδαν το φως το αληθινό. Λοιδορούν, βρίζουν και ειρωνεύονται, την ώρα που ήταν οι ίδιοι εκείνοι που φανατικά τον χειροκροτούσαν εκστασιασμένοι και όρθιοι μέσα σε συνέδρια ή ακόμα και στο Κοινοβούλιο. Ήταν οι ίδιοι που τον υπερασπίζονταν ακόμα και στις τηλεοράσεις και μιλούσαν για πολιτικές σκευωρίες όταν γινόταν αναφορά στις υποθέσεις των TOR-M1 και των υποβρυχίων. Ήταν εκείνοι που βάραγαν παλαμάκια στα βαριά του ζεϊμπέκικα και του έπλεκαν εγκώμια στις επισκέψεις του ανά την Ελλάδα.

Κανείς από όλους αυτούς δεν τόλμησε να βγει και να πει ή να γράψει ότι έκανε λάθος όταν υπερασπιζόταν με τόσο πάθος τον Τσοχατζόπουλο. Κανείς δεν μπόρεσε να κάνει μια διορθωτική δήλωση ή απλώς να συντάξει ένα κείμενο με το οποίο να κάνει και τη δική του αυτοκριτική επί του συγκεκριμένου ζητήματος. Όλοι τους «σήκωσαν» ειρωνικά και σατιρικά βίντεο από το YouTube, έγραψαν μια περιπαικτική ατάκα στο Facebook και στο Twitter, αλλά κανείς τους δεν τόλμησε να κοιταχτεί και λίγο στον καθρέφτη. Και δεν μιλώ μόνο για πολιτικούς. Μιλώ για δημοσιογράφους, για κομματικά στελέχη, για παράγοντες, για ανθρώπους που για πολλά χρόνια έχουν παίξει το δικό τους ρόλο μέσα στις τοπικές κοινωνίες διαμορφώνοντας κλίμα και άποψη από διάφορα μετερίζια. Ούτε ένας δεν τόλμησε με γενναιότητα να αναγνωρίσει το λάθος του.

Μακάρι να είχα πρόσβαση στο αρχείο του Τσοχατζόπουλου με όλες τις φωτογραφίες του με διάφορους παράγοντες εκείνων των ετών της παντοδυναμίας του.


Η ζούγκλα είναι εδώ !

Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 ήταν αρκετοί εκείνοι που είχαν διακρίνει ότι άρχιζε να δημιουργείται μια γενική «χαλαρότητα» σε κάθε επίπεδο του δημόσιου βίου, της καθημερινότητας, σε επίπεδο τήρησης του νόμου και σεβασμού θεσμών, ή της ελάχιστης ιεραρχίας και πειθαρχίας που πρέπει να τηρείται σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Σιγά σιγά αυτή η «χαλαρότητα» εγκαθιδρύθηκε σχεδόν σε κάθε έκφανση της καθημερινής μας ζωής.

Μέχρι ενός σημείου, πιθανώς κάτι τέτοιο να αποτέλεσε στα πρώτα χρόνια και λαϊκή απαίτηση ή πολιτικό, λαϊκίστικο «όραμα» και βάση πολιτικής αξιακής συμπεριφοράς. Πιθανώς να ήταν μια ένδειξη για ένα καλύτερο μέλλον, πιο «δημοκρατικό» και «προοδευτικό» όπως διατείνονταν τότε οι κύριοι εκφραστές αυτής της κοινωνικής, ουσιαστικά, ανατροπής, εκείνοι που φόρεσαν μέσα στο Κοινοβούλιο τα «ζιβάγκο» προκειμένου να δείξουν την αντίθεσή τους προς τον ελάχιστο ενδυματολογικό κώδικα που απαιτούσε η παρουσία κάποιου μέσα στην Ελληνική Βουλή. Ξεκινάμε δηλαδή από τους συμβολισμούς για να μη χρειαστεί να περιγράψουμε σε βάθος τη νοοτροπία που ερχόταν.

Βέβαια αυτά τα «ζιβάγκο» πολύ γρήγορα αντικαταστάθηκαν, από τους ίδιους, με πανάκριβα κουστούμια μεγάλων οίκων μόδας, με ακριβά υφάσματα του εξωτερικού, με γραβάτες, με υπουργικά θηριώδη αυτοκίνητα και πολλά άλλα. Στο λαό έμεινε η συνεχώς εντεινόμενη αίσθηση ασυδοσίας – γλυκιά τα πρώτα χρόνια – που τελικά μας οδήγησε εδώ που βρισκόμαστε σήμερα. Σε ένα άτυπο καθεστώς ζούγκλας το οποίο γιγαντώθηκε και γενικεύτηκε στο πέρασμα των ετών.

Τότε, εκείνους που χτυπούσαν τα καμπανάκια για τη «ζούγκλα» που ερχόταν τους απαξίωσαν και τους διέσυραν. Σήμερα ανεβάζουν βιντεάκια από τις ομιλίες τους και αποθεώνουν τη διορατικότητά τους. Η ζημιά όμως έχει γίνει.

Πολλοί συμπολίτες σήμερα νομίζουν ότι αν μετακινηθούν στα «άκρα», αριστερά και δεξιά, θα πετύχουν την επαναφορά σε μια ελαχίστως «ευνομούμενη» πολιτεία που θα την επιβάλουν – πιστεύουν – μεμονωμένες ομάδες ανθρώπων. Το μεγάλο τους λάθος όμως είναι ότι αν για την απορρύθμιση αρκεί μια μικρή στην αρχή, συντεταγμένη ομάδα ανθρώπων, για την επαναφορά χρειάζεται μαζικό, αποφασισμένο, πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία. Γιατί η δημοκρατική ευνομούμενη Πολιτεία είναι υπόθεση κουλτούρας, νοοτροπίας, σεβασμού. Δεν μπορεί να είναι προϊόν επιβολής, αυταρχισμού και επικράτησης μεμονωμένων ομάδων δια της βίας ή μέσω διανθισμένων ολοκληρωτισμών.









Δείτε το απόκομμα της εφημερίδας στο scribd, εδώ.










Βασίλειος Μπαλάφας

vasileios[at]balafas.gr
vbalafas.blogspot.com

0

18/4/12 - Στην "Ελ.Ζώνη" χθες

Στην ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα "Ελεύθερη Ζώνη" που διαχειρίζεται η έγκριτη δημοσιογράφος κα Σοφία Βούλτεψη, δημοσιεύτηκε χθες, 17 Απριλίου το άρθρο με τίτλο "Κάτι δεν πάει καθόλου καλά".

Το άρθρο αναφέρεται στα παράδοξα και τα παράξενα των εκλογών έρχονται, τις προϋποθέσεις μιας υγιούς δημοκρατίας, την ευθύνη των πολιτών και τη «μακαροναδοποίηση» ρόλων και λειτουργιών στις διάφορες δομές.

Μπορείτε να το δείτε εδώ.

0

17/4/12 - Πάμε εκλογές !

Από την εφημερίδα "ΣΗΜΕΡΑ" του Σαββάτου, 14 Απριλίου 2012, σελίδα 7 :

Πάμε εκλογές !

Ο κύβος ερρίφθη ! Η χώρα επιτέλους οδεύει ολοταχώς για εκλογές, τις πιο παράξενες εκλογές των τελευταίων τριών δεκαετιών. «Επιτέλους», γιατί έπρεπε να είχαν γίνει πολύ πολύ πιο νωρίς, και «παράξενες», γιατί σχεδόν τίποτα δεν είναι όπως παλιά. Μετά από ένα διφορούμενο πείραμα διακυβέρνησης από ένα πρόσωπο εκτός πολιτικής σκηνής, εντός όμως του παγκόσμιου και εγχώριου οικονομικού προσκηνίου και παρασκηνίου, οι πολίτες καλούνται να εκλέξουν μια νέα Βουλή από την οποία θα προκύψει μια καινούρια κυβέρνηση.

Το πείραμα «Παπαδήμου» δεν αντέχει σε σοβαρή αποτίμηση και πολιτική κριτική. Ήταν μια μεταβατική κατάσταση που ασφυκτιούσε μέσα στις παλινωδίες και τις σαρωτικές μεταπτώσεις που συνέβησαν στο κόμμα που είχε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αν αναλογιστεί κανείς τα όσα συνέβησαν στο ΠΑΣΟΚ τους τελευταίους μήνες, θα μπορούσε να εκτιμήσει ότι η μόνη σταθερά που είχε ο Παπαδήμος σε αυτή την κυβέρνηση ήταν ο Βενιζέλος και εκείνος τέθηκε υπό αμφισβήτηση όταν ξεκίνησαν οι εσωκομματικές διαδικασίες εξπρές για την ανάδειξη νέου αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ. Για τα όσα εκτυλίχθηκαν παράλληλα, περί διαβασμένων και αδιάβαστων, περί άλλων που συνειδητοποιούσαν σταδιακά ότι ο Παπανδρέου ακολούθησε μια τραγική πολιτική τακτική, δε χρειάζεται να πούμε πολλά. Είναι πρόσφατα και όλοι τα θυμόμαστε. Ακόμα και οι πιο φανατικοί υποστηρικτές αυτού του κυβερνητικού υβριδίου κατέληξαν τελικά στο συμπέρασμα ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει να υφίσταται. Ήταν ένα προδιαγραμμένο αδιέξοδο που αργά ή γρήγορα θα οδηγούσε σε τέλμα.

Αν κάτι μένει από όσα έγιναν τα τελευταία 2 χρόνια είναι ότι για πρώτη φορά ίσως στην Ελλάδα η πολιτική και οι πολιτικές εξελίξεις κατόρθωσαν να ξεπεράσουν σε αντανακλαστικά, πεπραγμένα και φαντασία τους φρενήρεις τηλεοπτικούς και δημοσιογραφικούς χρόνους. Δεν μπορώ να θυμηθώ άλλη περίοδο που τα δελτία ειδήσεων πραγματικά περίμεναν τις πολιτικές εξελίξεις και δεν τις είχαν προδιαγράψει. Δεν τολμώ να γράψω ότι δεν τις είχαν διαμορφώσει σε ένα μεγάλο βαθμό, δεν έχουμε φτάσει ακόμα εκεί. Πάντως υπήρξαν πολλές περιπτώσεις που είχαμε εκπλήξεις, που είχαμε αμηχανία στους τηλεαστέρες των κεντρικών δελτίων από όσα διαδραματίζονταν στο πολιτικό σκηνικό, που ακόμα και αυτοί περίμεναν έξω από τις πόρτες το ρεπορτάζ και δεν το είχαν έτοιμο από την προηγούμενη ημέρα, καλογραμμένο και «τυλιγμένο», στα περίφημα «δημοσιογραφικά γραφεία».

Οι εξελίξεις αυτές στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν αρνητικές για την κοινωνία, για τους πολίτες και το βιοτικό τους επίπεδο, έδειξαν όμως ότι όταν η πολιτική πράγματι θέλει, μπορεί να προηγείται του τηλεοπτικού «κλίματος», μπορεί ακόμα και να το αιφνιδιάζει. Συζητάμε για την πολιτική επί του πρακτέου και όχι εκείνο το κομμάτι της που για να εκτελεστεί χρειάζεται «προετοιμασία» με διαρροές, παραπολιτικά, αγιογραφίες, στημένα ρεπορτάζ κτλ, που στόχο έχουν να οδηγήσουν σε ένα αποτέλεσμα και όχι να καταγράψουν ένα αυτόνομο γεγονός ή μια αλληλουχία γεγονότων με κριτική ματιά και άποψη. Σε μεγάλο βαθμό αυτές οι πρακτικές έχουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης για το σημείο που φτάσαμε ως χώρα σήμερα, χωρίς βέβαια να ευθύνονται αποκλειστικά. Είναι γνωστό άλλωστε ότι το ταγκό πάντα χρειάζεται δύο άτομα …

Παράλληλα με την «επιτυχία» της πολιτικής να προσπεράσει τα μεγάλα κεντρικά δελτία στην κούρσα των εξελίξεων, αναπτύχθηκε και μια διαφορετική οπτική των πολιτών προς τα γεγονότα. Ο κόσμος άρχισε να προβληματίζεται περισσότερο, να σκέφτεται περισσότερο, να διυλίζει καλύτερα τα παρουσιαζόμενα, να αναζητά και εναλλακτικούς τρόπους ενημέρωσης προκειμένου κάποιες φορές να μπορέσει να καταλάβει και όσα διαδραματίζονται πίσω από τις πολιτικές και δημοσιογραφικές γρίλιες. Άρχισε να μην πιστεύει – αναφέρομαι σε επίπεδο πλειοψηφίας και όχι μεμονωμένων περιπτώσεων – τόσο εύκολα όσα ήθελαν να του «περάσουν», άρχισε να αναζητά αυτό καθαυτό το γεγονός και όχι τις έτοιμες ερμηνείες του ή το περιτύλιγμα, αρνητικό ή θετικό. Επιζητά να διαβάσει την άποψη, όχι όμως για να την υιοθετήσει απόλυτα, αλλά για να την συνεκτιμήσει προκειμένου να διαμορφώσει τη δική του.

Δεν έχουμε φτάσει ακόμα στα επίπεδα που θα έπρεπε, αλλά έχουμε κάνει πολύ σημαντικά βήματα με τα οποία και οδηγούμαστε σε αυτές τις εκλογές. Μεγάλο ρόλο σε αυτή την πρόοδο έπαιξε το διαδίκτυο, το οποίο στο πέρασμα του καιρού ωριμάζει, σταθεροποιείται, αποκτά σημεία αναφοράς και αποτελεί αυτό που ήταν από την αρχή, ένα ανοιχτό πεδίο στο οποίο απλώς κανείς δεν μπορεί να χειραγωγήσει, να αποκλείσει, να φιμώσει. Και έχουμε ακόμα δρόμο μέχρι να φτάσουμε και εκεί στα ιδανικά επίπεδα, έχουμε όμως διανύσει μεγάλη διαδρομή. Δεν υπάρχει πλέον αυτή η ενορχηστρωμένη τακτική που γιγαντώθηκε από τα τέλη του 2007 μέχρι τις αρχές του 2010, όπου στήθηκε ένας ολόκληρος συντεταγμένος διαδικτυακός μηχανισμός προκειμένου να γίνει ο Παπανδρέου πρωθυπουργός.

Με αυτά τα θετικά στοιχεία, έστω και αν βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο, οδηγούμαστε σε αυτές τις εκλογές. Γι’ αυτό και το πολιτικό σκηνικό χαρακτηρίζεται ως «ρευστό». Γιατί οι πολίτες πλέον έχουν αρχίσει να μπαίνουν στη λογική της ενδελεχούς εκτίμησης των γεγονότων πριν αποφασίσουν τι τελικά θα ψηφίσουν. Η πολιτική έχει αρχίσει να αποκτά πεδίο πρωτοβουλίας κινήσεων και αιφνιδιασμών και οι πολίτες έχουν αρχίσει να αποκτούν μια κουλτούρα και δυνατότητα συνεκτίμησης πλειάδας γεγονότων και καταστάσεων. Στο χέρι όλων είναι αν θα αξιοποιήσουν θετικά αυτά τα πλεονεκτήματα της εποχής ή αν θα τα καθυποτάξουν στις πεπαλαιωμένες νοοτροπίες και πρακτικές.

Αυτή τη φορά όμως όλοι έχουν, έστω και «άγουρα», τον τρόπο να συνεκτιμήσουν, να μελετήσουν, να ζυγίσουν πολύ την ψήφο τους, απαλλαγμένοι από στεγανά και «μαύρα κουτιά» του παρελθόντος. Ιδίως στα αστικά κέντρα, αυτό είναι πλέον ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός. Με αυτό τον τρόπο θα εκτιμήσουν κόμματα, πρόσωπα, πολιτικές. Θα μπορούν να ανατρέξουν σε διαχρονικές θέσεις των κομμάτων, να αναζητήσουν παλαιότερες δηλώσεις υποψηφίων, να δουν ποιοι ήταν παρόντες και ποιοι έχουν βάλει στην πλάτη ένα αλεξίπτωτο και ετοιμάζονται να προσεδαφιστούν στον τόπο τους. Θα μπορούν να εξετάσουν τη συνέπεια, τη συνεχή και αδιάλειπτη παρουσία στα κοινά, να διακρίνουν την ιδιοτέλεια από την ανιδιοτέλεια, να εντοπίσουν τη δημοσιογραφία των «αγιογραφιών» και των «πλαστικών» δημοσίων εικόνων. Θα μπορούν να βρουν ποιους το «σύστημα» αποφάσισε να τσαλακώσει, να περιθωριοποιήσει ή ακόμα και να εξαφανίσει και αν αυτοί είναι σωστοί, τότε οι πολίτες θα έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τη δική τους δημοκρατική επανάσταση, να τους φέρουν στο προσκήνιο και να τους αναδείξουν οι ίδιοι.

Υπάρχουν πολλοί που λένε ότι μόνο στις εκλογές μιλάει ο λαός. Είμαι κάθετα αντίθετος. Ο λαός μιλάει κάθε μέρα, ο λαός αναδεικνύει και κρίνει κάθε μέρα. Μιλάει στο σπίτι, στη δουλειά, στους φίλους, στον ελεύθερο χρόνο του, ακόμα και στη διασκέδασή του, σε κάθε έκφανση κοινωνικής δραστηριότητας. Η άποψη και η αντίληψη χτίζεται καθημερινά και όχι δυο βδομάδες πριν τις εκλογές. Η δύναμη του πολίτη είναι τεράστια σε αυτή την καθημερινή ζύμωση. Είναι εκείνη που μπορεί να ανατρέψει δημοσκοπήσεις, που μπορεί να αναδείξει νέα πρόσωπα, που μπορεί να αντιμετωπίσει τα «εμφυτεύματα» και τα «σηκωμένα χέρια» υποψηφίων στις πλατείες. Η δημοκρατία δεν είναι οχλοκρατία, ούτε αποθέωση μειοψηφιών που επιζητούν να γίνουν πλειοψηφίες σε λαϊκίστικες διαδικασίες πεπερασμένου πλήθους.

Αυτές οι εκλογές μπορούν να γίνουν μια νέα αρχή για την ίδια την Πολιτεία μας. Για τη δημοκρατία μας, για την πατρίδα μας. Από τον Οκτώβριο του 2009 οδηγηθήκαμε σε μια τόσο καταστροφική διαδρομή που μόνο με τρόπο θετικό μπορούμε να την αλλάξουμε. Στο χέρι μας είναι και ιδιαίτερα στο χέρι των νέων ανθρώπων που αυτή τη φορά οφείλουν – όχι απλώς πρέπει – να ψηφίσουν για να μην αφήσουν την αποχή ή τους «άλλους» να διαμορφώσουν το πεδίο πάνω στο οποίο μπορούμε να αρχίσουμε να ψηλαφίζουμε ένα καλύτερο μέλλον.   


Οι εκλογές δεν είναι «περιπέτεια»

Διατείνονται διάφοροι «πεφωτισμένοι» αναλυτές και πολιτικοί, ακόμα και αρχηγοί κομμάτων όπως ο Βενιζέλος, ότι οι εκλογές είναι μια «περιπέτεια» για τον τόπο. Βασικό επιχείρημα σε αυτή τους τη θέση είναι το ότι η χώρα δε μπορεί να βρίσκεται σε μακρά προεκλογική περίοδο μέχρι να σχηματιστεί κυβέρνηση που θα την οδηγήσει στο μεγάλο μας αγώνα προς την έξοδο από την κρίση που βρισκόμαστε σήμερα.

Άλλοι, σχεδόν εναγωνίως, επιδιώκουν έναν πολυδιάστατο κατακερματισμό του πολιτικού σκηνικού, χωρίς να βλέπουν – θέλω να πιστεύω όχι ηθελημένα – ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε μια «ιταλοποίηση» ή σε μια εύκολη τηλεκατευθυνόμενη κατάσταση μικρομάγαζων που θα φλέρταραν καθημερινά με κάθε είδος διαπλοκής προκειμένου να διατηρήσουν εν ζωή το «ψιλικατζίδικό» τους. Γιατί όσο πιο μικρό και ανίσχυρο το «μαγαζί», τόσο πιο εύκολα αγοράζεται όπως λένε και οι νόμοι της αγοράς που συνήθως είναι σκληροί, αλλά αδιαπραγμάτευτα εφαρμόσιμοι.

Πολλοί βλέπουν τις εκλογές αυστηρά ως πεδίο προσωπικής επιβίωσης, άλλοι ως μια ευκαιρία να «εκδικηθούν», μερικοί ως μια ευκαιρία να κερδίσουν τα δικά τους 10 λεπτά πανελλαδικής δημοσιότητας.

Οι εκλογές, και ειδικά αυτές οι εκλογές, δεν μπορούν να γίνουν με τέτοιους όρους. Οι εκλογές είναι θεσμική διαδικασία και όχι περιπέτεια. Είναι υπέρτατη δημοκρατική στιγμή και όχι μια «βαρετή» αναγκαιότητα προκειμένου να ξανακυβερνήσουν οι γνωστές «φατρίες».

Μπροστά μας έχουμε να πάρουμε μια καθαρή απόφαση και να δώσουμε μια ισχυρή εντολή σε αυτόν που θέλουμε να κυβερνήσει την πατρίδα και μαζί να βγούμε από το τέλμα. Η ψήφος δεν μπορεί να αποτελεί καπρίτσιο ή μια ενέργεια του θυμικού. Καλούμαστε να επιλέξουμε και να παραχωρήσουμε δικαιοδοσία και δύναμη. Αν κάποιοι νομίζουν ότι οι εκλογές είναι η ευκαιρία για να τους παρακαλάνε, ή για να κάνουν «νάζια» και να το παίζουν αδιαπραγμάτευτοι, αν άλλοι νομίζουν ότι οι εκλογές γίνονται για να προκύψουν τα μέρη που θα κάνουν μοιρασιά, τότε καλύτερα να μην παριστάνουν τους διαχρονικά συνεπείς, τους ανιδιοτελείς και τους πολιτικούς ή κομματικούς «γκουρού» γιατί θα τους απορρίψει η ίδια η κοινωνία.










Δείτε το απόκομμα της εφημερίδας στο scribd, εδώ.










Βασίλειος Μπαλάφας

vasileios[at]balafas.gr
vbalafas.blogspot.com


2

9/4/12 - Κάτι δεν πάει καθόλου καλά

Από την εφημερίδα "ΣΗΜΕΡΑ" του Σαββάτου, 7 Απριλίου 2012, σελίδα 7 :

Κάτι δεν πάει καθόλου καλά

Είναι πλέον πανθομολογούμενο ότι τα τελευταία 2 χρόνια και ιδιαίτερα αυτή η προεκλογική περίοδος δεν έχουν καμία σχέση με όσα γνωρίσαμε στο μεταπολιτευτικό σκηνικό. Σε επίπεδο πολιτικής, όλα μοιάζουν τόσο διαφορετικά που αποκτούν ορισμένες φορές την εντύπωση του παράδοξου, του μη φυσιολογικού, του απόκοσμου. Όλοι μιλούν για εκλογές, αλλά ελάχιστοι θέλουν πραγματικά να ακούσουν, να διαβάσουν, να κρίνουν, να συγκρίνουν. Και η αλήθεια είναι ότι τέτοια πράγματα μοιάζουν «πολυτέλειες» στις μέρες μας, όμως αποτελούν την πεμπτουσία, την προϋπόθεση της δημοκρατίας που όλοι μας, λίγο – πολύ, οραματιζόμαστε και επιζητούμε.

Θα περίμενε κανείς ότι μετά απ’ όλα όσα έχουν συμβεί στη χώρα, στην κοινωνία, στο κάθε σπιτικό ξεχωριστά, θα υπήρχε μια διαφορετική αντίληψη και μια διαφορετική οξυδέρκεια σε κάθε επίπεδο. Δεν είναι μόνο το πολιτικό προσωπικό που πρέπει να βελτιωθεί σημαντικά. Έχω την αίσθηση ότι όλο το «περιβάλλον» χρειάζεται αναβάθμιση, ανάταση, ανάταξη. Δεν είναι μόνο οι πολιτικοί που οφείλουν να αλλάξουν στάσεις και συμπεριφορές, είναι και εκείνοι που έχουν άμεση σχέση με αυτούς, με την κοινοποίηση του πολιτικού τους λόγου και εν τέλει είναι και οι ίδιοι οι πολίτες που πρέπει να αντιμετωπίσουν με διαφορετική ματιά όλ’ αυτά.

Αν δεν υπάρξει γενικότερη αναπροσαρμογή, τότε αυτό που πολλοί νομίζουν ότι ήδη άλλαξε – δεν ανήκω σε αυτούς – θα είναι απλώς παροδικό, επίπλαστο, επιδερμικό και κυρίως νόθο προς την κοινή επιδίωξη, προς το συμφέρον του γενικού συνόλου. Δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία συνοδευόμενη από τρομοκρατία, δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος με αποκλεισμούς, δεν μπορεί να υπάρξει κοινή προσπάθεια χωρίς καταμερισμό και ορθό ξεκαθάρισμα ρόλων. Ένα ακόμα στοιχείο, πέρα από τα άλλα, που μας οδήγησε στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, είναι και το γεγονός ότι οι διάφοροι ρόλοι «μπλέχτηκαν» στην πορεία, απέκτησαν ασθένειες και στο τέλος έγιναν δυσδιάκριτοι, με αποτέλεσμα να επικρατεί το «όλοι είναι ίδιοι» και τελικά να κάθεται ο καθένας μόνος του, να απομονώνεται, μέχρι να μας κυβερνήσει κάτι το αόρατο και το εξωγενές που δείχνουμε έτοιμοι να το υποδεχθούμε με αλαλαγμούς και πανηγύρια.

Άμεση σχέση με τον πολιτικό λόγο στη χώρα και τη διάδοσή του έχουν για παράδειγμα οι δημοσιογράφοι. Ιδανικό σενάριο είναι το να παρακολουθούν και να κοινοποιούν τι λέει και τι κάνει κάποιος πολιτικός, να εκφέρουν άποψη επί αυτών, να είναι ενδεχομένως ακόμα και επιθετικοί αν εντοπίσουν παρασπονδία, παραλογισμούς, κυνισμό ή οτιδήποτε άλλο μεμπτό. Ο ρόλος όμως μπλέχτηκε όταν κάποιοι από αυτούς θεώρησαν ότι ο πολιτικός πρέπει να εκφέρει τον δικό τους λόγο, να κοινοποιεί τη δική τους προσωπική άποψη, να γίνεται μαριονέτα σύμφωνα με τα δικά τους κελεύσματα. Ακόμα χειρότερα, ορισμένοι επιλέγουν να «εξαφανίζουν από τον χάρτη» πολιτικό λόγο που δεν τους αρέσει ή δεν εναρμονίζεται με τις δικές τους προσωπικές συμφωνίες του παρασκηνίου. Σε ακραίες περιπτώσεις, φτάσαμε ολόκληροι δημοσιογραφικοί οργανισμοί να έχουν τις δικές τους ομάδες πολιτικών και να διαγωνίζονται μεταξύ τους στο ποιος θα επικρατήσει, καθιστώντας τους πολιτικούς πιόνια, οι οποίοι με τη σειρά τους, αποδέχονται έναν νόθο ρόλο στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν και να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους.

Στην άλλη πλευρά, οι πολίτες επιθυμούν μια καλύτερη δημοκρατία, αλλά δεν δείχνουν διατεθειμένοι να μελετήσουν κείμενα, να ελέγξουν τη συνέπεια των λεγομένων και των γραφομένων, να συγκρίνουν και να προσπαθήσουν να δουν και πίσω από τις λέξεις αν χρειαστεί. Αρκούνται στο παραπολιτικό σχόλιο, στα πλάνα της τηλεόρασης που διαρκούν μερικά δευτερόλεπτα, στην κουβέντα του καφενείου, στο ισοπεδωτικό σχόλιο στο διαδίκτυο κάτω από ένα άρθρο το οποίο ούτε καν μπήκαν στον κόπο να διαβάσουν. Μάθαμε να λειτουργούμε φωτογραφικά, να κολλάμε ταμπέλες και ετικέτες, να προσπερνάμε γρήγορα, να μη φιλτράρουμε, να μη σκεφτόμαστε. Μάθαμε να καταδικάζουμε εύκολα και αβασάνιστα, να μην ερευνούμε τίποτα, να γουστάρουμε σπέκουλα και πρωτοσέλιδο, γελοιογραφία και λεζάντα.

Κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε σε ένα αύριο που θα είναι χειρότερο ακόμα και από όσα ζούμε σήμερα γιατί πέρα από την οικονομική δυστοκία, στον επόμενο τόνο υπάρχει κάτι πολύ πιο πολύτιμο. Η κριτική σκέψη. Το στοιχείο δηλαδή που, ακόμα και αν οι προσλαμβάνουσες είναι λανθασμένες ή μεροληπτικές, δίνει στον κάθε πολίτη την αίσθηση ότι επεξεργάστηκε κάτι, το διύλισε και διαμόρφωσε την προσωπική του άποψη και κατ’ επέκταση επιλογή.

Σε αυτό το «αύριο» η γενική αίσθηση θα είναι ότι ο τόπος κυβερνάται από κάτι το τελείως απόμακρο, που κανείς δεν μπορεί να πλησιάσει, που κανείς δεν μπορεί να μεταβάλει αλλά όλοι αρέσκονται να βρίζουν. Εκείνο όμως θα κάνει τη δουλειά του και θα ικανοποιεί τους δικούς του ιδιοτελείς στόχους. Δεν είναι πολύ διαφορετικό αυτό απ’ όσα σήμερα βλέπουμε γύρω μας, αλλά ποιος είναι τελικά ο στόχος ; Να το κάνουμε θεσμό και άθελά μας να το αποθεώσουμε και να το ριζώσουμε για πάντα μετά παιάνων και εκκωφαντικής αδιαφορίας από την πλευρά μας ;


Οι πολιτικοί απομακρύνονται από το αντικειμενικό

Μέσα στη γενικότερη απαξίωση, την καθολική αποκαθήλωση θεσμών και ιεραρχιών, την ολική «μακαροναδοποίηση» ρόλων και λειτουργιών, οι πολιτικοί από όλα τα κόμματα δείχνουν μουδιασμένοι, χωρίς πυξίδα και κυρίως χωρίς τόλμη να βγουν μπροστά από την κοινωνία και να παίξουν τον δικό τους ρόλο. Εκείνον που τους ορίζει να αποτελούν την προμετωπίδα της κοινωνίας μέσα στη Βουλή, να είναι ο ιμάντας που ενώνει τους πολίτες με τα κέντρα αποφάσεων και διακυβέρνησης, να είναι οι ταγοί που θα οδηγήσουν μια ευνομούμενη κοινωνία σε ένα καλύτερο μέλλον και όχι στην αυτοκαταστροφή της.

Φοβισμένοι πολλές φορές, απαξιωμένοι και κοιτώντας να εξασφαλίσουν παροδικά είτε την εκλογή, είτε την επανεκλογή τους, χαμένοι μέσα στις ισορροπίες που θέλουν να κρατούν προκειμένου να αυξάνουν τον κατάλογο των ψήφων τους, απομακρύνονται από το αντικειμενικό και διστάζουν να υπηρετήσουν και να παρέμβουν στα προφανή.

Δεκάδες θέματα που είναι μονοσήμαντα, δεν μπορούν να έχουν πολλές ερμηνείες, ούτε πολλές οπτικές γωνίες, γίνονται αδιάβατο πεδίο για τους πολιτικούς και αφήνονται σε μια κανιβαλική νοοτροπία που παράγει τελικά οσμές αποσύνθεσης και αδυναμίας του ίδιου του πολιτικού προσωπικού.

Δεν μπορεί ένας πολιτικός να μην τοποθετείται για προφανή θέματα που έχουν να κάνουν με την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των πολιτών, με την ασφάλειά τους, με τα ασφαλιστικά ταμεία, με την ύδρευση των πόλεων, με τα νοσοκομεία, με τα έργα υποδομών και άλλα, όταν βλέπει ότι αντικειμενικά κάτι πηγαίνει στραβά ή ότι όλα αυτά γίνονται πεδίο κομματικών ξεκαθαρισμάτων και αντιπαράθεσης αυστηρά ιδιοτελών συμφερόντων.

Αυτή η κατάσταση φόβου και τρόμου, τελικά κάνει και τους πολιτικούς να διστάζουν να διατυπώσουν άποψη, την ώρα που θα έπρεπε αυτή να είναι αιχμηρή, διαπρύσια, σαφής και συγκεκριμένη.

Εκ των πραγμάτων, ένας πολιτικός ή οποιοσδήποτε διαχειρίζεται κάποιου είδους εξουσία, δεν μπορεί να τα έχει καλά με όλους. Δεν μπορεί να είναι αρεστός σε όλους. Μη φτάσουμε δηλαδή και στο άλλο άκρο, να θεωρούμε κάποιον υπερδημοφιλή επειδή απλώς δεν κάνει τίποτα ή κάνει την περισσότερη ησυχία !


Στο δρόμο της ανατροπής

Πολλοί συμπολίτες μπροστά στη λαίλαπα της εποχής στρέφονται στο ακραίο. Απαξιώνουν συλλήβδην την πολιτική, αφορίζουν, δαιμονοποιούν και άθελά τους συμβάλουν στον ερχομό ενός άκρατου ολοκληρωτισμού που θα σαρώσει και θα ισοπεδώσει τα πάντα στο πέρασμά του. Εκ των πραγμάτων, αν επικρατήσει κάτι τέτοιο, θα είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγούμε από αυτό διότι η εποχή που ζούμε προσφέρει πολλές «τεχνολογίες» και πρακτικές χειραγώγησης της κοινής γνώμης. Μπορούμε άνετα να οδηγηθούμε σε μια εικονική πραγματικότητα που οι πολίτες θα νομίζουν ότι διαβιούν σε μια οργανωμένη κοινωνία και οι πολιτικοί θα νομίζουν ότι την κυβερνούν και νομοθετούν για να την κάνουν καλύτερη.

Μπροστά σε αυτόν τον ορατό κίνδυνο απαιτείται σύνεση, ηρεμία και καθαρή ματιά. Όλοι μας παρασυρόμαστε πολλές φορές και είναι απολύτως ανθρώπινο. Όλοι μας φοβόμαστε πολλά γιατί νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη σε κανέναν. Ψάχνουμε ακόμα και πίσω από το πιο απλό πράγμα να βρούμε ποιο λάκκο έχει η φάβα και όχι αδίκως.

Όμως, εδώ που φτάσαμε πια χρειάζεται και ψυχραιμία. Ούτε οι βιαιοπραγίες, ούτε τα αναποδογυρισμένα τραπέζια, ούτε οι μούντζες, ούτε η εκσφενδόνιση ποτηριών, ούτε οι καταστάσεις χάους και τρόμου θα μας οδηγήσουν στην ανατροπή.

Πρέπει να συμβιβαστούμε με το γεγονός ότι δεν αναζητάμε τους αμόλυντους και τους θεανθρώπους γιατί απλά δεν υπάρχουν. Όλοι έχουν αδυναμίες, όλοι μπορούν να παρασυρθούν. Πρέπει να διακρίνουμε τους συνεπείς, τους αγωνιστές, τους επίμονους, τους δημιουργικούς, του παρόντες. Ειδικά το τελευταίο είναι πολύ σημαντικό ζώντας μέσα σε μια κοινωνία που την έχουν μάθει να αποθεώνει τις απουσίες …











Δείτε το απόκομμα της εφημερίδας στο scribd, εδώ.








Βασίλειος Μπαλάφας

vasileios[at]balafas.gr
vbalafas.blogspot.com



1

4/4/12 - Στην "Ελεύθερη Ζώνη" οι αντιφάσεις Βενιζέλου

Στην ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα "Ελεύθερη Ζώνη" που διαχειρίζεται η έγκριτη δημοσιογράφος κα Σοφία Βούλτεψη, δημοσιεύεται σήμερα 4 Απριλίου το άρθρο με τίτλο "Ο Βενιζέλος απαντά στον Βενιζέλο".

Το άρθρο αναφέρεται στις αντιφάσεις παλαιότερων δηλώσεων του Βενιζέλου για την αυτοδυναμία σε σχέση με τις σημερινές, ενώ το δεύτερο σκέλος του άρθρου εστιάζει στα προβλήματα που απεγνωσμένα ζητά λύση η κοινωνία.

Μπορείτε να το δείτε εδώ.

0

2/4/12 - Η «αναβάπτιση» της Φώφης Γεννηματά

Από την εφημερίδα "ΣΗΜΕΡΑ" του Σαββάτου, 31 Μαρτίου 2012, σελίδα 7 :

Η «αναβάπτιση» της Φώφης Γεννηματά

Με ιδιαίτερα θερμά λόγια ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ παρουσίασε την εβδομάδα που πέρασε την Φώφη Γεννηματά ως τη νέα εκπρόσωπο τύπου του κόμματος. «Με το πρόσωπό της θα εκφράζεται το ΠΑΣΟΚ απευθυνόμενο στον ελληνικό λαό που περνάει μια περίοδο αβεβαιότητας και απαισιοδοξίας» είπε ο Βενιζέλος καθώς την προλόγιζε, καθιστώντας την αιχμή του δόρατος για την προεκλογική περίοδο. Η ίδια, αναλαμβάνοντας τα νέα της κομματικά καθήκοντα, δήλωσε ότι «Η παράταξή μας έχει πλούσιο παρελθόν, έχει παρόν και βεβαίως θα έχει σημαντικό μέλλον. Θα επενδύσουμε, σ' αυτό τον προεκλογικό αγώνα, στον πολιτικό μας λόγο. Η πρότασή μας θα είναι μια πρόταση υπευθυνότητας.» προσπαθώντας προφανώς να συνδέσει εννοιολογικά, πολιτικά και συναισθηματικά τις διάφορες περιόδους ΠΑΣΟΚ και τις εκφάνσεις του πολιτικού του λόγου. Το εγχείρημα όμως αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο και κρύβει κινδύνους, μιας και είναι σχεδόν αδύνατο να γεφυρωθούν τα χάσματα …

Η Γεννηματά δεν είναι νέο πρόσωπο στην πολιτική. Έχει μακρά διαδρομή και έχει διατελέσει σε κυβερνητικές θέσεις ή άλλες σημαντικές θέσεις διοίκησης. Ενδεικτικά έχει διατελέσει Αναπληρώτρια Υπουργός Εσωτερικών, Αναπληρώτρια Υπουργός Παιδείας, Υφυπουργός Υγείας, Πρόεδρος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών – Πειραιώς, ενώ έχει παρουσία πολλών ετών στις κορυφές των κομματικών οργάνων όπου διετέλεσε μεταξύ άλλων και Γραμματέας του Τομέα Παιδείας και Εκπαίδευσης του ΠΑΣΟΚ.

Τεράστιος ντόρος, πολιτικά, γύρω από το όνομά της είχε γίνει παραμονές των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2007, τότε που με απόφαση του Αρείου Πάγου αποκλείστηκε από την εκλογική διαδικασία λόγω κωλύματος, κατόπιν εξέτασης της νομιμότητας της υποψηφιότητάς της, καθώς το Σύνταγμα ορίζει ρητά ότι τα ανώτερα αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των Ο.Τ.Α. δεν μπορούν να είναι υποψήφιοι βουλευτές κατά τη διάρκεια της θητείας για την οποία έχουν εκλεγεί ακόμα και αν παραιτηθούν. Τότε βέβαια το ΠΑΣΟΚ μίλαγε για δικαστικό πραξικόπημα και εμπλοκή της Δικαιοσύνης στην προεκλογική αντιπαράθεση, βάλλοντας αναίτια και για λόγους πολιτικού και επικοινωνιακού εντυπωσιασμού εναντίον της Δικαιοσύνης, εναντίον των δικαστών, εναντίον του ίδιου του Συντάγματος, επί δικαίων και αδίκων. Το συνηθίζει παραδοσιακά αυτό άλλωστε, κάθε φορά που οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης δεν συνάδουν με τη δική του αυστηρά αντίληψη επί των πραγμάτων. Εκείνη την εποχή μάλιστα, από το ΠΑΣΟΚ διέρρεαν ότι η «γκάφα» χρεωνόταν στον Βενιζέλο, που ως έγκριτος συνταγματολόγος όφειλε να είχε εντοπίσει νωρίς το ασυμβίβαστο του πράγματος. Πως τα φέρνει όμως στην πολιτική η μοίρα, σήμερα ο Βενιζέλος είναι πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και η Γεννηματά εκπρόσωπος τύπου !

Για επένδυση στον πολιτικό λόγο και στην υπευθυνότητα του ΠΑΣΟΚ μίλησε λοιπόν η Γεννηματά ως νέα εκπρόσωπος του κόμματος. Και επειδή επιχείρησε να συνδέσει το παρελθόν με το μέλλον, έχει αξία να θυμηθούμε μερικές δηλώσεις της και πολιτικές της στάσεις από αυτό το «ένδοξο» παρελθόν …

Στις 12/2/2008 απέδιδε μόνο στο ΠΑΣΟΚ την «μαγεία» της Αριστεράς λέγοντας ότι «η Ελλάδα έχει ανάγκη από μία δυνατή Αριστερά, που θα βγάλει τη χώρα από το αδιέξοδο στο οποίο την έχει οδηγήσει η κυβέρνηση της Ν.Δ. Την Αριστερά, που δίνει λύσεις, την Αριστερά, που συνδυάζει την κριτική με την προοπτική. Ένα δυνατό ΠΑΣΟΚ.».

Τον Μάιο του 2008, σε ομιλία της στην Τσαριτσάνη, μίλαγε για ξεπουλήματα και δήλωνε «Επικίνδυνη η κυβέρνηση για το δημόσιο συμφέρον. Ξεπουλάμε τον ΟΤΕ σε ανταγωνιστές. Τον ΟΤΕ, ένα οργανισμό, για τον οποίο το ΠΑΣΟΚ αγωνίστηκε και έκανε κερδοφόρο, η κυβέρνηση χάρισε στο Γερμανικό κράτος.» !

Για τον Παπανδρέου έλεγε στις 10/1/2009, στην εκπομπή «Άλλη Όψη» ότι «Ο Γιώργος είναι ένας πολίτης του κόσμου. Είναι ένας άνθρωπος με πάρα πολύ μεγάλες εμπειρίες για το πώς μπορεί να λειτουργήσει οργανωμένα και συγκροτημένα ένα κράτος». Για τον χαρακτηρισμό «πολίτης του κόσμου» μάλλον επαληθεύτηκε πανηγυρικά.

Συχνά στον πολιτικό της λόγο κάνει αναφορά στις γυναίκες και στα προβλήματά τους. Έτσι, στις 2/2/2009 έλεγε ότι «Οι γυναίκες ζουν σε έναν εργασιακό μεσαίωνα. Οι περισσότερες απασχολούνται σε 4ωρα. Το να έχει μία γυναίκα σήμερα μία αμοιβή της τάξεως των 450,00 € είναι ευκαιρία και αν κανείς μπορεί να πάρει 800,00 € το μήνα, τότε μιλάμε για «λαχείο». Αυτή είναι η κατάσταση που ζουν οι γυναίκες» και στις 29/3/2009, στην εκπομπή «MEGA Σαββατοκύριακο», προσέθετε ότι «Η γυναίκα στον δημόσιο τομέα καλείται σήμερα να εργαστεί μέχρι και 15 χρόνια παραπάνω και να πάρει σύνταξη στα 65 μαζί με τους άντρες. Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση δεν εγγυάται τα ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.». Τότε βέβαια στην κυβέρνηση ήταν η Ν.Δ., η κριτική ήταν εύκολη και το ΠΑΣΟΚ δεν είχε ακόμα συναντηθεί με τη διεθνή κρίση, το ΔΝΤ, την «Τρόικα», την Κομισιόν, με τα τεράστια προβλήματα των ασφαλιστικών ταμείων. Όλα ήταν αλλιώς …

Φτάνοντας στο 2010, λίγο πριν το δραματικό διάγγελμα Παπανδρέου από το Καστελόριζο, τη συναντούμε στις 9/2/2010, σε συνέντευξη στο ygeianet, να δηλώνει ότι «Για να βγούμε από την κρίση, ο εύκολος δρόμος θα ήταν να πάρουμε πολύ σκληρά μέτρα, που θα έπλητταν ακόμη περισσότερο τους χαμηλόμισθους, τους χαμηλοσυνταξιούχους, όλους αυτούς που δεν αντέχουν άλλο. Εμείς επιλεγούμε άλλο δρόμο. Ενισχύουμε όσους έχουν ανάγκη με το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης, δίνουμε τέλος στη σπατάλη στο δημόσιο τομέα, ζητούμε από τους έχοντες να συμβάλλουν σε αυτή τη δύσκολη στιγμή και δίνουμε έμφαση στο κοινωνικό κράτος.».

Διαβάζοντας όλα αυτά, μπορεί κανείς να διαπιστώσει πόσο δύσκολο θα είναι τελικά το εγχείρημα της νέας εκπροσώπου τύπου του ΠΑΣΟΚ, να συνδέσει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του πολιτικού του λόγου και κυρίως να πείσει για την υπευθυνότητά του.

Φαίνεται ότι θα χρειαστεί μια διαδικασία «αναβάπτισης», τόσο στα τρέχοντα οικονομικά και πολιτικά δεδομένα που διαμορφώθηκαν επί κυβέρνησης Γ.Παπανδρέου, όσο και στα λεγόμενα του νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ και πρώην Υπουργού Οικονομικών κ. Βενιζέλου που έχει δρομολογήσει μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα από εκείνη που περιγράφουν οι παραπάνω δηλώσεις της κυρίας Γεννηματά. Μένει να δούμε αν θα τα καταφέρει ή αν απλώς θα τοποθετήσει γοερά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας τα όσα πρέσβευε και διακήρυττε στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν. Όλες οι δηλώσεις που χρησιμοποιήθηκαν είναι διαθέσιμες σε επίσημες πηγές στο διαδίκτυο.
 

Η ισοπέδωση αποπροσανατολίζει

Το φαινόμενο της γενικής ισοπέδωσης και του «όλοι ίδιοι είναι» έχει επηρεάσει σχεδόν κάθε έκφανση της καθημερινότητάς μας και δυστυχώς επιδρά καθοριστικά και στην οπτική με την οποία κρίνουμε πρόσωπα και καταστάσεις. Πρόκειται επί της ουσίας για μια υποσυνείδητη χειραγώγηση της κριτικής μας σκέψης, για διαστρέβλωση των κριτηρίων με τα οποία εξετάζουμε ανθρώπους στο χώρο εργασίας μας, στον κοινωνικό μας περίγυρο, στην πολιτική, ακόμα και στην ιδιωτική μας ζωή.

Αυτή η συνεχής ρητορική του «όλοι ίδιοι είναι» μας κάνει να βάζουμε ταμπέλες, να είμαστε επιρρεπείς σε κάθε είδους κατευθυνόμενη προπαγάνδα, να ρίχνουμε νερό στο μύλο των μεροκαματιάρηδων της ίντριγκας, της σπέκουλας, της λάσπης, των «αγιογραφιών» και των διάφορων δημοσιευμάτων που γίνονται κατά παραγγελία και φυσικά με το αζημίωτο.

Όλη αυτή η κατάσταση αποπροσανατολίζει και γίνεται επικίνδυνη γιατί αφαιρεί τα βασικά χαρακτηριστικά των διάφορων ιδιοτήτων από την κουβέντα. Αποκόπτει δηλαδή τα πρόσωπα από τους ρόλους τους, απομονώνει την αποτελεσματικότητα και την προσφορά από τη ζυγαριά με την οποία κρίνουμε και διαμορφώνουμε άποψη.

Με αυτόν τον τρόπο τελευταία επιχειρείται στην πολιτική ζωή του τόπου η προώθηση και η ανύψωση ως ιδανικών, απολιτίκ προσώπων, γενικής τοποθέτησης, άοσμης κατεύθυνσης και απροσδιόριστης ταυτότητος. Όσο πιο θολό το τοπίο, τόσο καλύτερα δηλαδή για τους θιασώτες αυτών των λογικών.

Έτσι, δεν κοιτάμε αν κάποιος άνθρωπος που ασχολείται με τα κοινά έχει επιτελέσει με ικανοποιητικό τρόπο, για το γενικότερο συμφέρον, το έργο που προβλέπει η ιδιότητά του, αλλά προσπαθούμε να βρούμε ταμπέλα, ετικέτα να του κολλήσουμε στο μέτωπο και να αγνοήσουμε όλα τα υπόλοιπα. Δεν κοιτάμε αν ένας συνδικαλιστής ήταν καλός ή όχι στο ρόλο του για τη διεκδίκηση των αιτημάτων των συναδέλφων του, αλλά τον καταδικάζουμε μόνο και μόνο αν έχει διατελέσει συνδικαλιστής. Από την άλλη πλευρά, αν η ταμπέλα που του έχουν τοποθετήσει μας αρέσει, είμαστε ικανοί να του συγχωρήσουμε ότι με τις πράξεις του διεκπεραιώθηκαν πράξεις που δεν συμφωνούν με το γενικότερο συμφέρον ή ακόμα και που ενδεχομένως ζημίωσαν το ευρύτερο σύνολο.

Μας κάνουν να μη προσμετράμε θετικά το γεγονός ότι κάποιος υπηρέτησε με συνέπεια, ορθά και αποτελεσματικά την ιδιότητά του, από όπου έτυχε να το κάνει, αλλά να τον καταδικάσουμε επειδή δεν πέρασε απαρατήρητος, δεν ήταν αφανής, επειδή ήταν αποτελεσματικός, διεκδικητικός, δημιουργικός, ενδεχομένως και πρωτοπόρος πολλές φορές. Αρνούμαστε να πιστώσουμε ακόμα και το αντικειμενικά θετικό, επειδή μας κάνουν να επιζητούμε το ουδέτερο, που θα αφήνει τους εγκάθετους να κάνουν ήσυχα τη δουλίτσα τους.

Αυτή η ισοπέδωση είναι ό,τι πιο επικίνδυνο στις μέρες μας γιατί θα οδηγήσει στην ανάδειξη ανθρώπων με αδιάφορη πρόθεση διεκδίκησης, αμφίβολη ικανότητα αποτελεσματικότητας, ερμαφρόδιτη ή αδιαφανή ταυτότητα. Αυτά τα χαρακτηριστικά προσπαθούν πολλοί τελευταία να αποδώσουν στην έννοια «άφθαρτο». Αυτό όμως δεν είναι το «άφθαρτο», είναι το απροσδιόριστο και το βολικό βέβαια για όλους αυτούς που θέλουν να το αναγάγουν σε «πρότυπο», ικανοποιώντας τους σχεδιασμούς και την τσέπη τους.











Δείτε το απόκομμα της εφημερίδας στο scribd, εδώ.










Βασίλειος Μπαλάφας

vasileios[at]balafas.gr
vbalafas.blogspot.com